παρέα
[paˈrea]θηλυκό | Femininum, weiblich fÜbersicht aller Übersetzungen
(Für mehr Details die Übersetzung anklicken/antippen)
- Freundeskreisαρσενικό | Maskulinum, männlich mπαρέα φιλικός κύκλοςπαρέα φιλικός κύκλος
- Cliqueθηλυκό | Femininum, weiblich fπαρέα ομάδα φίλωνπαρέα ομάδα φίλων
- Gesellschaftθηλυκό | Femininum, weiblich fπαρέα συντροφιάπαρέα συντροφιά
- Umgangαρσενικό | Maskulinum, männlich mπαρέα συναναστροφήπαρέα συναναστροφή