φαίνομαι
[ˈfenome]αποθετικό ρήμα | Deponens dep <φάνηκα>Übersicht aller Übersetzungen
(Für mehr Details die Übersetzung anklicken/antippen)
- φαίνομαι διακρίνομαι
- erscheinenφαίνομαι παρουσιάζομαιφαίνομαι παρουσιάζομαι
- scheinenφαίνομαι δείχνω, δημιουργώ μια εντύπωσηφαίνομαι δείχνω, δημιουργώ μια εντύπωση
- φαίνομαι δίνω την εντύπωση ότι είμαι
- sich abzeichnenφαίνομαι διαγράφομαιφαίνομαι διαγράφομαι