χαμηλός
[xamiˈlos], χαμηλή, χαμηλόεπίθετο, ως επίθετο | Adjektiv adjÜbersicht aller Übersetzungen
(Für mehr Details die Übersetzung anklicken/antippen)
- niedrigχαμηλός κτήριο, τιμή, νεράχαμηλός κτήριο, τιμή, νερά
- niedereχαμηλός βαθμός, ιεραρχίαχαμηλός βαθμός, ιεραρχία
- leiseχαμηλός φωνήχαμηλός φωνή
- schwachχαμηλός απόδοσηχαμηλός απόδοση
Beispiele
- σε χαμηλή θερμοκρασίαbei geringer Hitze
- Billigpreisαρσενικό | Maskulinum, männlich m
- χαμηλή έντασηθηλυκό | Femininum, weiblich fZimmerlautstärkeθηλυκό | Femininum, weiblich f
Beispiele ausblendenBeispiele anzeigen