προϊσταμένη
[proistaˈmeni]θηλυκό | Femininum, weiblich fÜbersicht aller Übersetzungen
(Für mehr Details die Übersetzung anklicken/antippen)
- Chefinθηλυκό | Femininum, weiblich fπροϊσταμένηLeiterinθηλυκό | Femininum, weiblich fπροϊσταμένηVorgesetzteθηλυκό | Femininum, weiblich fπροϊσταμένηπροϊσταμένη
Beispiele
- προϊστάμενηθηλυκό | Femininum, weiblich f πωλήσεωνVerkaufsleiterinθηλυκό | Femininum, weiblich f
- προϊστάμενηθηλυκό | Femininum, weiblich f πωλήσεωνVertriebsleiterinθηλυκό | Femininum, weiblich f
- προϊστάμενη αδελφήθηλυκό | Femininum, weiblich fOberschwesterθηλυκό | Femininum, weiblich f