δηλώνω
[ðiˈlono]μεταβατικό ρήμα | transitives Verb v/tÜbersicht aller Übersetzungen
(Für mehr Details die Übersetzung anklicken/antippen)
- erklären (ότι dass)δηλώνω γνωστοποιώ επίσημαδηλώνω γνωστοποιώ επίσημα
- meldenδηλώνω δυστύχημαδηλώνω δυστύχημα
- anmeldenδηλώνω αυτοκίνητο, μαθητήδηλώνω αυτοκίνητο, μαθητή
- deklarierenδηλώνω στο τελωνείοδηλώνω στο τελωνείο
- bedeutenδηλώνω σημαίνωδηλώνω σημαίνω