upgraden
transitives Verb | μεταβατικό ρήμα v/tÜbersicht aller Übersetzungen
(Für mehr Details die Übersetzung anklicken/antippen)
- εκτελώ αναβάθμιση σεupgraden Computer | ηλεκτρονικός υπολογιστήςCOMPUTupgraden Computer | ηλεκτρονικός υπολογιστήςCOMPUT