„χαραμίζομαι“: μεσοπαθητικό ρήμα χαραμίζομαι [xaraˈmizome]μεσοπαθητικό ρήμα | mediopassives Verb v/mp Übersicht aller Übersetzungen (Für mehr Details die Übersetzung anklicken/antippen) verkümmern verkümmern χαραμίζομαι χαραμίζομαι