„φτερνίζομαι“: μεσοπαθητικό ρήμα φτερνίζομαι [fterˈnizome]μεσοπαθητικό ρήμα | mediopassives Verb v/mp <-στηκα> Übersicht aller Übersetzungen (Für mehr Details die Übersetzung anklicken/antippen) niesen niesen φτερνίζομαι φτερνίζομαι