„φέρομαι“: μεσοπαθητικό ρήμα φέρομαι [ˈferome]μεσοπαθητικό ρήμα | mediopassives Verb v/mp Übersicht aller Übersetzungen (Für mehr Details die Übersetzung anklicken/antippen) sich benehmen, gelten, erwähnt werden sich benehmen φέρομαι συμπεριφέρομαι φέρομαι συμπεριφέρομαι gelten, erwähnt werden (ως als) φέρομαι θεωρούμαι φέρομαι θεωρούμαι