υποτίμηση
[ipoˈtimisi]θηλυκό | Femininum, weiblich fÜbersicht aller Übersetzungen
(Für mehr Details die Übersetzung anklicken/antippen)
- Unterschätzungθηλυκό | Femininum, weiblich fυποτίμησηGeringschätzungθηλυκό | Femininum, weiblich fυποτίμησηυποτίμηση
- Abwertungθηλυκό | Femininum, weiblich fυποτίμηση νομίσματοςυποτίμηση νομίσματος
Beispiele
- υποτίμηση του νομίσματοςGeldentwertungθηλυκό | Femininum, weiblich f