„υμένας“: αρσενικό υμένας [iˈmenas]αρσενικό | Maskulinum, männlich m Übersicht aller Übersetzungen (Für mehr Details die Übersetzung anklicken/antippen) Membran Membranθηλυκό | Femininum, weiblich f υμένας και | undκ. βιολογία | Biologieβιολ υμένας και | undκ. βιολογία | Biologieβιολ