υιοθετώ
[ioθeˈto]μεταβατικό ρήμα | transitives Verb v/t <-είς; -ησα; -ήθηκα; -ημένος>Übersicht aller Übersetzungen
(Für mehr Details die Übersetzung anklicken/antippen)
- adoptierenυιοθετώ παιδίυιοθετώ παιδί
- annehmenυιοθετώ αποδέχομαι, συμφωνώ μεταφορικά | in übertragenem Sinnμτφυιοθετώ αποδέχομαι, συμφωνώ μεταφορικά | in übertragenem Sinnμτφ