τρομοκρατία
[tromokraˈtia]θηλυκό | Femininum, weiblich fÜbersicht aller Übersetzungen
(Für mehr Details die Übersetzung anklicken/antippen)
- Terrorismusαρσενικό | Maskulinum, männlich mτρομοκρατίατρομοκρατία
- Terrorαρσενικό | Maskulinum, männlich mτρομοκρατία τρόμοςτρομοκρατία τρόμος