„τένοντας“: αρσενικό τένοντας [ˈtenondas]αρσενικό | Maskulinum, männlich m Übersicht aller Übersetzungen (Für mehr Details die Übersetzung anklicken/antippen) Sehne Sehneθηλυκό | Femininum, weiblich f τένοντας ανατομία | Anatomieανατ τένοντας ανατομία | Anatomieανατ