συντηρώ
[sindiˈro]μεταβατικό ρήμα | transitives Verb v/t <-είς; -ησα; -ήθηκα; -ημένος>Übersicht aller Übersetzungen
(Für mehr Details die Übersetzung anklicken/antippen)
- erhalten, konservieren, bewahrenσυντηρώσυντηρώ
- unterhalten, ernährenσυντηρώ οικογένειασυντηρώ οικογένεια
- wartenσυντηρώ αυτοκίνητοσυντηρώ αυτοκίνητο
- aufbewahrenσυντηρώ τρόφιμασυντηρώ τρόφιμα
- restaurierenσυντηρώ ανακαινίζωσυντηρώ ανακαινίζω