„συναθροίζομαι“: μεσοπαθητικό ρήμα συναθροίζομαι [sinaˈθrizome]μεσοπαθητικό ρήμα | mediopassives Verb v/mp Übersicht aller Übersetzungen (Für mehr Details die Übersetzung anklicken/antippen) sich versammeln sich versammeln συναθροίζομαι συναθροίζομαι