συμπίεση
[simˈbiesi]θηλυκό | Femininum, weiblich fÜbersicht aller Übersetzungen
(Für mehr Details die Übersetzung anklicken/antippen)
- Kompressionθηλυκό | Femininum, weiblich fσυμπίεση ηλεκτρονικός υπολογιστής | Computerη/υσυμπίεση ηλεκτρονικός υπολογιστής | Computerη/υ
Beispiele
- συμπίεση δεδομένωνDatenkomprimierungθηλυκό | Femininum, weiblich f