συμβουλεύομαι
[simvuˈlevome]αποθετικό ρήμα | Deponens depμεταβατικό ρήμα | transitives Verb v/tÜbersicht aller Übersetzungen
(Für mehr Details die Übersetzung anklicken/antippen)
- συμβουλεύομαι
- konsultieren, aufsuchenσυμβουλεύομαι γιατρόσυμβουλεύομαι γιατρό