σταμπάρω
[stamˈbaro]μεταβατικό ρήμα | transitives Verb v/tÜbersicht aller Übersetzungen
(Für mehr Details die Übersetzung anklicken/antippen)
- stempelnσταμπάρωσταμπάρω
- registrierenσταμπάρω καταγράφωσταμπάρω καταγράφω
- sich einprägenσταμπάρω στη μνήμησταμπάρω στη μνήμη