ρουθούνι
[ruˈθuni]ουδέτερο | Neutrum, sächlich nÜbersicht aller Übersetzungen
(Für mehr Details die Übersetzung anklicken/antippen)
- Nasenlochουδέτερο | Neutrum, sächlich nρουθούνιρουθούνι
- Nüsterθηλυκό | Femininum, weiblich fρουθούνι ζωολογία | Zoologieζωολρουθούνι ζωολογία | Zoologieζωολ