παρατηρώ
[paratiˈro]μεταβατικό ρήμα | transitives Verb v/tÜbersicht aller Übersetzungen
(Für mehr Details die Übersetzung anklicken/antippen)
- beobachtenπαρατηρώ κάνω μια διαπίστωση, παρακολουθώπαρατηρώ κάνω μια διαπίστωση, παρακολουθώ
- betrachten, musternπαρατηρώ κοιτάζωπαρατηρώ κοιτάζω
- παρατηρώ συμπληρώνω
- bemerkenπαρατηρώ αντιλαμβάνομαι, λέωπαρατηρώ αντιλαμβάνομαι, λέω