λυπάμαι
[liˈpame]αποθετικό ρήμα | Deponens dep <-ήθηκα; -ημένος>Übersicht aller Übersetzungen
(Für mehr Details die Übersetzung anklicken/antippen)
- λυπάμαι αισθάνομαι λύπη
- bedauern (για wegen+γενική | +Genitiv +gen)λυπάμαι ζητώ συγγνώμηλυπάμαι ζητώ συγγνώμη
- bemitleidenλυπάμαι συμπονώλυπάμαι συμπονώ