„κύλιση“: θηλυκό κύλιση [ˈkjilisi]θηλυκό | Femininum, weiblich f Übersicht aller Übersetzungen (Für mehr Details die Übersetzung anklicken/antippen) Bildlauf Bildlaufαρσενικό | Maskulinum, männlich m κύλιση ηλεκτρονικός υπολογιστής | Computerη/υ κύλιση ηλεκτρονικός υπολογιστής | Computerη/υ Beispiele εκτελώ κύλιση scrollen εκτελώ κύλιση