Κρόνος
[ˈkronos]αρσενικό | Maskulinum, männlich mÜbersicht aller Übersetzungen
(Für mehr Details die Übersetzung anklicken/antippen)
- Saturnαρσενικό | Maskulinum, männlich mΚρόνος θεός αστρονομία | Astronomieαστρον αστρολογία | AstrologieαστρολΚρόνος θεός αστρονομία | Astronomieαστρον αστρολογία | Astrologieαστρολ