εκπομπή
[ekpomˈbi]θηλυκό | Femininum, weiblich fÜbersicht aller Übersetzungen
(Für mehr Details die Übersetzung anklicken/antippen)
- Sendungθηλυκό | Femininum, weiblich fεκπομπή τηλεόραση | Fernsehenτηλ ραδιόφωνοεκπομπή τηλεόραση | Fernsehenτηλ ραδιόφωνο
- (Aus-)Strahlungθηλυκό | Femininum, weiblich fεκπομπή θερμότηταςεκπομπή θερμότητας
- Freisetzungθηλυκό | Femininum, weiblich fεκπομπή ενέργειαςεκπομπή ενέργειας
Beispiele
-
- εκπομπή ρύπωνSchadstoffausstoßαρσενικό | Maskulinum, männlich mSchadstoffemissionθηλυκό | Femininum, weiblich f