εκθέτης
[ekˈθetis]αρσενικό | Maskulinum, männlich mÜbersicht aller Übersetzungen
(Für mehr Details die Übersetzung anklicken/antippen)
- Ausstellerαρσενικό | Maskulinum, männlich mεκθέτηςεκθέτης
- Exponentαρσενικό | Maskulinum, männlich mεκθέτης μαθηματικά | MathematikμαθHochzahlθηλυκό | Femininum, weiblich fεκθέτης μαθηματικά | Mathematikμαθεκθέτης μαθηματικά | Mathematikμαθ