„ειρηνοδικείο“: ουδέτερο ειρηνοδικείο [irinoðiˈkjio]ουδέτερο | Neutrum, sächlich n Übersicht aller Übersetzungen (Für mehr Details die Übersetzung anklicken/antippen) Amtsgericht Amtsgerichtουδέτερο | Neutrum, sächlich n ειρηνοδικείο ειρηνοδικείο