διεύθυνση
[ðiˈefθinsi]θηλυκό | Femininum, weiblich fÜbersicht aller Übersetzungen
(Für mehr Details die Übersetzung anklicken/antippen)
- Leitungθηλυκό | Femininum, weiblich fδιεύθυνση διοίκηση(Geschäfts-)Führungθηλυκό | Femininum, weiblich fδιεύθυνση διοίκησηδιεύθυνση διοίκηση
- Direktionθηλυκό | Femininum, weiblich fδιεύθυνση κ. χώρος, γραφείοδιεύθυνση κ. χώρος, γραφείο
- Anschriftθηλυκό | Femininum, weiblich fδιεύθυνση ταχυδρομικήAdresseθηλυκό | Femininum, weiblich fδιεύθυνση ταχυδρομικήδιεύθυνση ταχυδρομική
- Rektoratουδέτερο | Neutrum, sächlich nδιεύθυνση σχολείοδιεύθυνση σχολείο
Beispiele
- ηλεκτρονική διεύθυνσηE-Mail-Adresseθηλυκό | Femininum, weiblich f
- διεύθυνση IP ηλεκτρονικός υπολογιστής | Computerη/υIP-Adresseθηλυκό | Femininum, weiblich f
- διεύθυνση επιχείρησηςGeschäftsadresseθηλυκό | Femininum, weiblich f
Beispiele ausblendenBeispiele anzeigen