διαβίβαση
[ðiaˈvivasi]θηλυκό | Femininum, weiblich fÜbersicht aller Übersetzungen
(Für mehr Details die Übersetzung anklicken/antippen)
- Weiterleitungθηλυκό | Femininum, weiblich fδιαβίβαση μετάδοση πληροφοριώνδιαβίβαση μετάδοση πληροφοριών
- Ausrichtenουδέτερο | Neutrum, sächlich nδιαβίβαση χαιρετισμών, ευχαριστιώνδιαβίβαση χαιρετισμών, ευχαριστιών