γύρισμα
[ˈjirizma]ουδέτερο | Neutrum, sächlich nÜbersicht aller Übersetzungen
(Für mehr Details die Übersetzung anklicken/antippen)
- Drehenουδέτερο | Neutrum, sächlich nγύρισμαγύρισμα
- Dreharbeitenπληθυντικός θηλυκού | Femininum Plural fplγύρισμα ταινίαςγύρισμα ταινίας
Beispiele
- γύρισμα σε εσωτερικό χώρο τηλεόραση | FernsehenτηλInnenaufnahmeθηλυκό | Femininum, weiblich f
- γύρισμα ταινίαςFilmaufnahmeθηλυκό | Femininum, weiblich f