„γενέθλια“: πληθυντικός ουδετέρου γενέθλια [jeˈneθlia]πληθυντικός ουδετέρου | Neutrum Plural npl Übersicht aller Übersetzungen (Für mehr Details die Übersetzung anklicken/antippen) Geburtstag Geburtstagαρσενικό | Maskulinum, männlich m γενέθλια γενέθλια Beispiele πότε έχεις γενέθλια; wann hast du Geburtstag? πότε έχεις γενέθλια;