αποσύνθεση
[apoˈsinθesi]θηλυκό | Femininum, weiblich fÜbersicht aller Übersetzungen
(Für mehr Details die Übersetzung anklicken/antippen)
- Zersetzungθηλυκό | Femininum, weiblich fαποσύνθεση χημεία | ChemieχημZerfallαρσενικό | Maskulinum, männlich mαποσύνθεση χημεία | Chemieχημαποσύνθεση χημεία | Chemieχημ