απομακρύνομαι
[apomaˈkrinome]μεσοπαθητικό ρήμα | mediopassives Verb v/mpÜbersicht aller Übersetzungen
(Für mehr Details die Übersetzung anklicken/antippen)
- sich entfernen (από von)απομακρύνομαιαπομακρύνομαι
- sich distanzierenαπομακρύνομαι μεταφορικά | in übertragenem Sinnμτφαπομακρύνομαι μεταφορικά | in übertragenem Sinnμτφ
- sich auseinanderlebenαπομακρύνομαι ζευγάριαπομακρύνομαι ζευγάρι