„απαιτούμενος“ απαιτούμενος [apeˈtumenos], απαιτούμενη, απαιτούμενοεπίθετο, ως επίθετο | Adjektiv adj Übersicht aller Übersetzungen (Für mehr Details die Übersetzung anklicken/antippen) erforderlich erforderlich απαιτούμενος απαιτούμενος