αντιλαμβάνομαι
[andilamˈvanome]αποθετικό ρήμα | Deponens depμεταβατικό ρήμα | transitives Verb v/tÜbersicht aller Übersetzungen
(Für mehr Details die Übersetzung anklicken/antippen)
- wahrnehmenαντιλαμβάνομαι ήχο, φωςαντιλαμβάνομαι ήχο, φως
- bemerkenαντιλαμβάνομαι παίρνω είδησηαντιλαμβάνομαι παίρνω είδηση
- merkenαντιλαμβάνομαι διαισθάνομαιαντιλαμβάνομαι διαισθάνομαι
- begreifenαντιλαμβάνομαι κατανοώαντιλαμβάνομαι κατανοώ