αντικαθιστώ
[andikaθisˈto]μεταβατικό ρήμα | transitives Verb v/t <-άς>Übersicht aller Übersetzungen
(Für mehr Details die Übersetzung anklicken/antippen)
- ersetzenαντικαθιστώαντικαθιστώ
- vertretenαντικαθιστώ εκπροσωπώαντικαθιστώ εκπροσωπώ
- ablösenαντικαθιστώ φύλακααντικαθιστώ φύλακα
- überschreibenαντικαθιστώ ηλεκτρονικός υπολογιστής | Computerη/υαντικαθιστώ ηλεκτρονικός υπολογιστής | Computerη/υ