„αντιγόνο“: ουδέτερο αντιγόνο [andiˈɣono]ουδέτερο | Neutrum, sächlich n Übersicht aller Übersetzungen (Für mehr Details die Übersetzung anklicken/antippen) Antigen Antigenουδέτερο | Neutrum, sächlich n αντιγόνο ιατρική | Medizinιατρ βιολογία | Biologieβιολ αντιγόνο ιατρική | Medizinιατρ βιολογία | Biologieβιολ