αντιγραφή
[andiɣraˈfi]θηλυκό | Femininum, weiblich fÜbersicht aller Übersetzungen
(Für mehr Details die Übersetzung anklicken/antippen)
- Abschriftθηλυκό | Femininum, weiblich fαντιγραφήαντιγραφή
- Abschreibenουδέτερο | Neutrum, sächlich nαντιγραφή διαδικασίααντιγραφή διαδικασία
Beispiele
- αντιγραφή επωνυμίαςMarkenpiraterieθηλυκό | Femininum, weiblich f