„Άμστερνταμ“: ουδέτερο Άμστερνταμ [ˈamsterdam]ουδέτερο | Neutrum, sächlich n Übersicht aller Übersetzungen (Für mehr Details die Übersetzung anklicken/antippen) Amsterdam Amsterdamουδέτερο | Neutrum, sächlich n Άμστερνταμ Άμστερνταμ