επιθετικός
[epiθetiˈkos], επιθετική, επιθετικόεπίθετο, ως επίθετο | Adjektiv adjÜbersicht aller Übersetzungen
(Für mehr Details die Übersetzung anklicken/antippen)
- adjektivisch, attributivεπιθετικός γραμματική | Grammatikγραμμεπιθετικός γραμματική | Grammatikγραμμ