„taggen“: transitives Verb taggentransitives Verb | μεταβατικό ρήμα v/t Übersicht aller Übersetzungen (Für mehr Details die Übersetzung anklicken/antippen) προσθέτω σήμανση σε προσθέτω σήμανση σε taggen Computer | ηλεκτρονικός υπολογιστήςCOMPUT taggen Computer | ηλεκτρονικός υπολογιστήςCOMPUT