„postwendend“: Adverb postwendendAdverb | επίρρημα adv in übertragenem Sinn | μεταφορικάfig Übersicht aller Übersetzungen (Für mehr Details die Übersetzung anklicken/antippen) με το επόμενο ταχυδρομείο με το επόμενο ταχυδρομείο postwendend postwendend