„Leiste“: Femininum, weiblich LeisteFemininum, weiblich | θηλυκό f <-; -n> Übersicht aller Übersetzungen (Für mehr Details die Übersetzung anklicken/antippen) βουβώνας, γραμμή βουβώναςMaskulinum, männlich | αρσενικό m Leiste Anatomie | ανατομίαANAT Leiste Anatomie | ανατομίαANAT γραμμήFemininum, weiblich | θηλυκό f Leiste Computer | ηλεκτρονικός υπολογιστήςCOMPUT Leiste Computer | ηλεκτρονικός υπολογιστήςCOMPUT