φοιτήτρια
[fiˈtitria]θηλυκό | Femininum, weiblich fÜbersicht aller Übersetzungen
(Für mehr Details die Übersetzung anklicken/antippen)
- Studentinθηλυκό | Femininum, weiblich fφοιτήτρια πανεπιστημίουφοιτήτρια πανεπιστημίου
Beispiele
- φοιτήτρια ιατρικήςMedizinstudentinθηλυκό | Femininum, weiblich f
- φοιτήτρια ΝομικήςJurastudentinθηλυκό | Femininum, weiblich f
- φοιτήτρια προγράμματος ανταλλαγήςAustauschstudentinθηλυκό | Femininum, weiblich f