τείχος
[ˈtixos]ουδέτερο | Neutrum, sächlich nÜbersicht aller Übersetzungen
(Für mehr Details die Übersetzung anklicken/antippen)
- Mauerθηλυκό | Femininum, weiblich fτείχοςτείχος
Beispiele
- τείχος νεκροταφείουFriedhofsmauerθηλυκό | Femininum, weiblich f
- τείχος προστασίας ηλεκτρονικός υπολογιστής | Computerη/υFirewallθηλυκό | Femininum, weiblich f
- τείχος της πόληςStadtmauerθηλυκό | Femininum, weiblich f