σοφίτα
[soˈfita]θηλυκό | Femininum, weiblich fÜbersicht aller Übersetzungen
(Für mehr Details die Übersetzung anklicken/antippen)
- Dachgeschossουδέτερο | Neutrum, sächlich nσοφίτα το τμήμα κάτω από τη στέγηMansardeθηλυκό | Femininum, weiblich fσοφίτα το τμήμα κάτω από τη στέγησοφίτα το τμήμα κάτω από τη στέγη
- Dachkammerθηλυκό | Femininum, weiblich fσοφίτα δωμάτιοσοφίτα δωμάτιο