σίδερο
[ˈsiðero]ουδέτερο | Neutrum, sächlich nÜbersicht aller Übersetzungen
(Für mehr Details die Übersetzung anklicken/antippen)
- Eisenουδέτερο | Neutrum, sächlich nσίδερο χημεία | Chemieχημσίδερο χημεία | Chemieχημ
- Bügeleisenουδέτερο | Neutrum, sächlich nσίδερο για σιδέρωμασίδερο για σιδέρωμα
- Eisenstangeθηλυκό | Femininum, weiblich fσίδερο σιδερένια ράβδοςσίδερο σιδερένια ράβδος
Beispiele
- σίδερο ταξιδιούReisebügeleisenουδέτερο | Neutrum, sächlich n