„πλακοστρώνω“: μεταβατικό ρήμα πλακοστρώνω [plakoˈstrono]μεταβατικό ρήμα | transitives Verb v/t Übersicht aller Übersetzungen (Für mehr Details die Übersetzung anklicken/antippen) fliesen fliesen πλακοστρώνω πλακοστρώνω Beispiele πλακοσκεπής στέγηθηλυκό | Femininum, weiblich f Schieferdachουδέτερο | Neutrum, sächlich n πλακοσκεπής στέγηθηλυκό | Femininum, weiblich f