παραπληροφόρηση
[parapliroˈforisi]θηλυκό | Femininum, weiblich fÜbersicht aller Übersetzungen
(Für mehr Details die Übersetzung anklicken/antippen)
- Desinformationθηλυκό | Femininum, weiblich fπαραπληροφόρηση πολιτική | Politikπολιτπαραπληροφόρηση πολιτική | Politikπολιτ