μεταφράζω
[metaˈfrazo]μεταβατικό ρήμα | transitives Verb v/t <-σα; -στηκα; -σμένος>Übersicht aller Übersetzungen
(Für mehr Details die Übersetzung anklicken/antippen)
- übersetzen (από… σε aus … in+αιτιατική | +Akkusativ +akk)μεταφράζω γραπτό κείμενομεταφράζω γραπτό κείμενο
- dolmetschenμεταφράζω διερμηνεύωμεταφράζω διερμηνεύω
Beispiele